2.1.08

η χλωροφύλλη

Στο αμφιθέατρο.
Ένα θέατρο με θέσεις πολλές, αρκετούς θεατές και άλλους πρωταγωνιστές.
Ένας αποτυχημένος συγγραφέας, σαν αδιάφορο κοινό στο τελευταίο έδρανο, με μια πένα, ένα ημερολόγιο και καμία διάθεση για γόμα.
Τι να σβήσεις από τα αλληλένδετα; Αν φύγουν τα πλήν και οι διαιρέσεις δεν ξεφουσκώνει το ψέμα με τίποτα, κάλλιο έτσι.
Πίσω από τα φώτα, πίσω από τους προβολείς τους τέσσερεις, δυό για να βλέπουν, δυό για να χαίρονται, όλοι να φωτίζονται και κάποιοι να σκιάζονται.
Ας είναι, νομοτελειακά, ότι άναψε θα σβήσει, μα το θέμα είναι ότι πως τα καμένα σπίρτα δεν ξαναπαίρνουν μέρος σε φωτιές και τι αξία έχει να ζείς από μια στιγμή και πέρα μες στο κρύο.
Το κρύο είναι απουσία, ορίζεται ως θερμοκρασιακή μεταβολή σε σχέση με μια θερμοκρασία αναφοράς και μέχρι το απόλυτο μηδέν υπάρχει δυνατότητα μείωσής της, σα να λέμε πως υπάρχει πτώση μέχρι τον πάτο του πηγαδιού, εκεί που όλα σταματούν, εκεί που κάθε σημασία παύει να υπάρχει, εκεί που ληθαργούνε ακόμα και τα πολύβουα ηλεχτρόνια.
Αδράνεια στα μέσα και έξω φυσάει. Τα κλαριά μιας ιτιάς να ακουμπουν στο έδαφος σαν ικέτιδες, σαν κόμη μετανιωμένης που γονυπετής ζητά συγχώρεση, μα ο αέρας αρσενικό ανασηκώνει το πράσινο φουστάνι για να αποκαλύψει πως δεν κρύβεται πρόσωπο, γιατί ο εγωισμός πρόσωπο δεν έχει, μόνο εκφάνσεις.
Και δεν υπάρχει χέρι χτένι για να ξεμπλέξει τα μαλλιά, δεν πειράζει, θα κοπούν, γιατί όταν οι άνθρωποι αλλάζουν εσωτερικά, καταλήγουν στην εμφάνιση για έμφαση, για ενίσχυση.
Το γρασίδι φρεσκοκουρεμένο, ομοιόμορφο και παράμερα πεταμένα τα κομμένα φύλλα σαν ερωτικές φωτογραφίες, σκισμένες στη μέση, να επιβιώνουν μόνο τα μισά.
Το χώμα να ρουφά τις σταγόνες της βροχής αχόρταγα σαν τα αυτιά τα λόγια που κουβαλούσαν εξηγήσεις, έστω τις στερνές, τις ευλογημένες, τις ανελέητες.
Απέναντί το τζάμι, διάφανο, αράγιστο, γεμάτο χνώτων υδρατμούς από μέσα και ιστούς με παγιδευμένα έντομα και απέξω πλυμένο πεντακάθαρο, γυαλιστερό, κάπου και δακρυσμένο, σαν την πρωταγωνίστρια, πριν την υπόκλιση στην αυλαία.
Η πένα γυμνή, ακουμπισμένη με τη σχισμάδα της γλώσσας της πάνω στο χαρτί, έχει πολλά να πεί, αλήθειες σαν των φιδιών τη γέννα, μα μένει αποσβολωμένη ξερνώντας στην αρχή μια τελεία που διαρκώς η διάμετρός της αυξάνει, σαν τη μαυρίλα που μπορεί να σκεπάσει μια ζωή, σαν το θηρευτή της σουπιάς που χάνεται στο μελάνι της.
Η μελανιά άπλωσε στο πάνω φύλλο και διαπότισε τα από κάτω, σαν τις πράξες που αγγίζουν στον απόηχό τους και άλλα πεδία από τα προφανή.
Έχεις δοκιμάσει ποτέ να ξεριζώσεις δέντρο; Οι ρίζες βαθιές ξεπερνούν το ύψος του σε βάθος και το φύλλωμά του σε έκταση, φύσης πρόνοια, για να αντέχει, μα πώς να αντέξεις της μνήμης το ξερίζωμα, αφήνει το μυαλό σαν πεδίο μάχης, με καρβουνιασμένες αθωότητες, ναρκοθετημένους ερωτισμούς και λάκκους παραγεμισμένους με σκοτωμένα χαμόγελα.

Άκουσα το όνομά μου, συνήλθα προς στιγμήν.

-Μπορείτε εσείς εκεί πάνω να μας πείτε τι λέγαμε για τη χλωροφύλλη, αν δεν σας είναι ενόχληση; έκρωξε το ανθρωπάριο σφιχτοντυμένο το κοστούμι του σαν πανοπλία.
Κρατούσε και ένα στυλό laser και κηλίδωνε τώρα το παλτό μου.

-Εκτός και αν σας ενοχλούμε στην αναπόλησή σας οπότε να ομιλούμε πιο σιγά, και κάποια ζωντόβολα χαμογέλασαν.

Ήξερα πως δεν είναι σωστό να ξυπνάς κάποιον που υπνοβατεί και μάλιστα απότομα, ήξερα πως εδώ και καιρό αιθεροβατούσα, κάποιες φορές σε χείλη αβύσσου και δεν σκιαζόμουν.
Ήθελα να σβήσω αργά, αμετάκλητα, παντοτινά, στο ξαναλέω, όχι με γόμα και διαγραφή, μα με θάνατο.

Η ζωή ήταν μπροστά, καθόταν στη μπροστινή σειρά με το ταίρι της, τον έρωτα, με τα δυό τους βλέμματα προς τα πάνω.

Ευκαιρία;
Πεπρωμένο;
Μοίρα;
Τύχη;
Ατυχία;

Άσπρες σημειώσεις στον πρασινοπίνακα, σύμβολα άνθρακα και οξυγόνου γύρω από μαγνήσια, στραβές γραμματοσειρές και καλικατζαρογράμματα, απόρροια μιας προσβλητικής και απαξιωτικής συμπεριφοράς που περιέφερε με τον μανδύα του ακαδημαικού επαίοντα.

-Μέρος της ομάδας των χρωστικών, η πιο συχνά απαντούμενη, εδραζομένη στα φύλλα των φυτών υπεύθυνη για την φωτοσυνθετική λειτουργία, σύμφωνα με την οποία ο ζωοδότης ήλιος εκπέμποντας ενέργεια ηλιακή δεσμεύεται από την εν λόγω χρωστική και καθίσταται ο ανόργανος άνθρακας που βρίσκεται στην ατμόσφαιρα ως διοξείδιο του άνθρακα σε οργανικής ενώσεως άνθρακα, βάση σχεδόν κάθε τροφικής αλυσίδας.

Αλλά δεν σας είπα κύριε καθηγητά τι σημαίνει για μένα η χλωροφύλλη.
Κάθε έμβιος οργανισμός εξαρτάται έμμεσα ή άμεσα από αυτή. οι αυτότροφοι που είναι τα περισσότερα φυτά την διαθέτουν και μέσω αυτής παράγουν την τροφή τους, από φώς και αέρα, σα να λέμε με ήλιο και έρωτα, ενώ οι ετερότροφοι είναι αυτοί που τρώνε τα προηγούμενα, τα φυτά, γιατί τα βρίσκουν βολικά και έτοιμα, χωρίς κόπο.
Αυτή είναι η φύση, σαν να λέμε άλλος χτίζει και άλλος μένει.
Φαντάσου καθηγητή μια βόλτα στο δάσος, να σαι με την καλή σου και να σε ρωτά τι είναι χλωροφύλλη και να της απαντάς πως είναι η βάση του κόσμου όπως τον ξέρουμε και να σου ζητά περισσότερες εξηγήσεις. Με λόγια απλά, ή και χωρίς λόγια, να γίνει η επιστήμη αντιληπτή και το μάθημα βίωμα.
Τότε εσύ να βγάζεις την μακρυά σου μάλλινη καμπαρντίνα και να ξαπλώνετε και οι δυό πάνω κοιτάζοντας τον ουρανό.
Και να της δείχνεις το σύννεφα που κουβαλούν την συμπυκνωμένη υγρασία μέσα τους, τον άνεμο που κουβαλάει στο στόμα του μπόλικο το καρβουνοστοιχείο και τον ηλιάτορα που δρομολογεί φωτοστέφανα καθημερνά γύρω από τον πλανήτη σκορπώντας ζέστη στα χέρια, στο πρόσωπο και στις καρδιές μας.
Και κάπου εκεί με ενωμένα τα κεφάλια σαν τη χλωροφύλλη, να νιώθεις ακατανίκητη τη έλξη, τον επερχόμενο δεσμό και να της σκάς ένα φιλί χλωρό, ένα χλωρό φιλί στα χείλη και από χείλη νερό και αέρα να φτιάχνεις τα νέα υλικά για ένα καλύτερο κόσμο, να χεις τη δύναμη και την ενέργεια να αντέξεις τα πάντα μέχρι και το θάνατο και να καταβυθίζεσαι μέσα στην υγρασία της και να γονιμοποιείς την ουτοπία, να ξαναορίζεις τα μαθηματικά με τη φιλοσοφία του πηλού, πως ένα και ένα κάνουν ένα μεγαλύτερο ένα και όχι δύο και πως σε κάθε μετέπειτα μοιρασιά το κάθε ένα έχει ανταλλάξει αναπόφευκτα ύλη με το άλλο, λειψά και μπολιασμένα και τα δύο.
Και σαν η ένωση τελειώσει, με τα κεφάλια πάλι ενωμένα, τον ουρανό κοιτώντας, θα αναδύεται μια μυρωγιά, αυτή του φρεσκοτσακισμένου γρασιδιού και να θυμάσαι ότι αυτή η μυρωδιά κρύβει μέσα της περισσότερη χλωροφύλλη από όση ποτέ θα μπορέσεις μόνος σου καθηγητά να διαβάσεις.
Τα βαμμένα γόνατα, οι πράσινες παλάμες και οι χορταριασμένοι αγκώνες είναι σημάδια ότι έφτασες κοντά στη σύλληψη της ιδέας της χλωροφύλλης, ενώ αν αντις για τσιγάρο δαγκάσεις ένα χορταράκι, αυτή να κρατήσεις, τη γεύση της χλωροφύλλης απέναντι στις βαρύγδουπες, χημικές της ιδιότητες.

Αυτά τα κάλπικα που λες τα διάβασες σαν και μένανε. Από σένα άλλο θέλω, το βίωμα, την παρατήρηση την προσωπική, να χει την έννοια της μαρτυρίας, αλλιώς θα σαι μια ζωή κάλπης.
Κατάλαβες όμπι ουάν;

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΑΣΤΕ ΕΞΩ!!

Θυμάμαι μόνο πως με έλεγαν, μα δεν ακούω σε αυτό το όνομα πλέον. Όσο για το έξω, εγώ έξω θα είμαι από δώ και μπρός, αλίμονο σε όσους θα ναι για πάντα μέσα.

Λίγα τα εφόδια, μια πένα, ένα ημερολόγιο, το σκοτάδι και έφυγα μπροστά από τέσσερεις προβολείς, δύο σβησμένους, δύο λυπημένους και ελαφρώς προβληματισμένους τους υπόλοιπους.

Την επόμενη ώρα οι αιωρούμενες λέξεις θα έβρισκαν μόνο μπετό.

5 σχόλια:

  1. Σχόλια στην άκρη των σημειώσεων, της δανεισμένης γνώσης, σκόρπια τρίμματα καπνού ξεραμένου και λόγια στο κεφάλι αντηχούσαν "μην ανησυχείτε όλοι οι δημιουργικοί άνθρωποι ακούνε φωνές"



    έι ψιτ..μου ΄λειψαν αυτά σου τα λόγια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Διπλωμένα μπλέ τετράδια σπέσιαλ 200φυλλα με γραμμές και περιθώρια στην κωλότσεπη και στο δισάκι στην πλάτη χωμένα μπαγλαμά, σουγιά, καλάμια, φλογέρες και ημερολόγια.
    Παντελόνια βελουτέ κυπαρισσί με αυτοσχέδιο μπάσιμο στο πλάι και στη δίπλα να ξεχνιούνται στυλό και πένες, δεμένα στον κορμό με τιράντες και θηλυκωμένες δερμάτινες ζώνες με λεπτή αγκράφα.
    Μια ζωή σημειωμένη στο περιθώριο, με τηλέφωνα, υποσχέσεις, ραντεβού, ελεύθερους συνειρμούς και ναυάγια, περίεργα φοβικά αμήχανα σχεδιάσματα και αργότερα μόνο κενό και σιωπή.
    Αν είχα κάτι να σου πώ είναι πως υπάρχουν κάποιες παράξενες παρουσίες που δεν μπορούν να κάθονται, που δεν συμβιβάστηκαν με την ηρεμία, που από την ορμή της γέννας τους θα σταματούσαν μόνο στου θανάτου, σαν τους γερόλυκους, τους stones.
    Και αν τα χέρια καταπιάνονταν και κάτι συνέχεια έφτιαχναν, ήταν που άφηναν ερείπια πως πέρασαν από δώ, πως στη ζωή τους ένα moto είχαν, να μην φύγουν προτού ακουστεί η φωνή και το τραγούδι τους, πως τάχα έζησαν τη ζωή που τους ανήκε.

    Ειι ψίτ, χαίρομαι, γιατί σου μαι χρεωμένος γραφτές αναρριγήσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλή χρονιά, Κώστα, με τις υπέροχες γραφές σου!
    Τι όμορφο κείμενο για άλλη μια φορά!!!
    Πόσες αλήθειες συμπυκνωμένες σε λίγες σειρές και τι όμορφα εκφρασμένες!
    Ώστε "το ένα κι ένα κάνουν ένα μεγαλύτερο ένα και όχι δύο"....να κάτι που είχα ξεχάσει :)
    Αν και το ειχα μάθει στην Κοινωνιολογία κάποτε "το σύνολο είναι πάντα κάτι μεγαλύτρερο από το άθροισμα των μελών του"
    Λίγο διαφορετικό....αλλά το ίδιο νόημα...
    Πολλά φιλιά μαζί με τις ευχές. Να έχετε μια υπέροχη χρονιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. δυστυχώς οι ομπιουαν συχνά πιάνουν θέσεις απο όπου μπορούν να "μορφώνουν" άλλους ομπιουαν
    επιστροφή
    χέρι, πέτρα και ζωή

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ο ρασούλης μας έμαθε αριθμητική, ο ελύτης τα χρώματα, ο καββαδίας τη θάλασσα, ο μικρούτσικος το ρυθμό΄, ο λειβαδίτης ανάγνωση και ο καζαντζάκης καθάριζε την καπνοδόχη της ψυχής που μέσα μας ζύμωνε ο χατζηδάκις..
    οι τιμές αρμόζουν σε κείνους απ όπου τις πήραμε και όπως και κείνοι με τη σειρά τους τίμησαν τους προκατόχους και προλαλήσαντές τους.

    και τώρα που όλα τα μαθηματικοποιήσαμε, που όλα τα υπεραναλύσαμε, που όλα για όλα γράφτηκαν, πως γίνεται να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε περίλυποι; δεν ήταν τελικά η ευτυχία μες στη γνώση;
    η μήπως η γνώση ήταν μοναχά πληροφορία και μείς μονάχα πληροφοριοδ(εκτες)ότες;

    από χθές φυσάει συγνεφιά μου. καλώς ήλθες

    ΑπάντησηΔιαγραφή