14.7.08

Τα μήλα των εσπερίδων κάνουν ωραίες πίτες, φτάνει να απλώσεις το χέρι



Το κοντέρ αρχίζει να μετρά και εσύ δεν μπορείς να ανοίξεις τα μάτια σου ακόμα.
Σηκώνεις το κεφάλι, στηρίζεις το σώμα με τα χέρια, τα μάτια του γατιού ανοίγουν και το χνώτο σου μυρίζει τυρί μια ο σβέρκος σου μπεμπεκίλα.
Απαιτείς με το κλάμα, αντιδράς και αρνείσαι με το ίδιο, ο καθένας με όσους τρόπους ξέρει.
Σηκώνεσαι στα πόδια σου και παίζεις στη γειτονιά, τα γόνατα κουρέλια, τα σημάδια τους θα τα κουβαλάς μια ζωή, αλλά ακόμη δεν σε νοιάζει, δεν το ξέρεις ούτε το υποψιάζεσαι ακόμη πως άλλα σημάδια που δεν φαίνονται κρύβουν μεγαλύτερο βάρος.

Πάς σχολείο και βρίσκεσαι αντάμα με ανασφαλείς εγωισμούς, αγαπάς χωρίς να ερωτεύεσαι, δεν ξέρεις την ασθένεια των μεγάλων που θα σε ακολουθεί όπου πάς και θα ζυγίζει αντίθετα την κάθε απόφαση που κάποτε θα παίρνεις.

Η εποχή που ακόμα όλοι είστε μαζί θα αργήσει να περάσει, τα φύλλα διακρίνονται από τα χρώματα και τα μαλλιά, σε νευριάζουν τα κορίτσια, σε γοητεύει η μπάλα, οι φωνές τους είναι ακόμη παιδικές, μα το σώμα σου μπαίνει στον κύκλο του αίματος, προτού σε ειδοποιήσει κάποιος για τις χαρές και τα βάσανά του.

Τα κορίτσια κρατάνε μυστικά, εσύ δεν έχεις, μα καμώνεσαι, το μάθημα αυτό καλά να το μάθεις, γιατί θα έχεις κάτι πάντα και θα πρέπει να ψάχνεις με φανάρι να το βρείς, το στήθος σου διογκώνεται και εσύ με φούτερ προσπαθείς να καθυστερήσεις την αλλαγή, με ποιήματα και στίχους να δακρύζεις ανεξήγητα και το σώμα σου να ενεργοποιεί εντολές κυτταρικές μέσα σε πανδαισία ορμονών.

Το χνούδι εγκατέλειψε τα μάγουλά τους και το μάτι τους αρχίζει να πήζει, οι φλέβες από τα μπράτσα δεν είναι μελανές γραμμές, μα τένοντες που πάνω στο κορμί τους ακροβατείς και νιώθεις πιο ελεύθερη μέσα τους φυλακισμένη.

Είναι βράδυ, πάντα βράδυ, άτσαλο; ρομαντικό; αφελώς ή εν πλήρη συνειδήση; σε πάρτυ κολλητού, στην ύπαιθρο, σε παραλία ή στο πίσω κάθισμα αυτοκινήτου, σε κρύο δωμάτιο ξενοδοχείου ή σε δωμάτιο εξοχικού ή απόντων των γονιών, ο πόνος είναι πάντα ο ίδιος, μερικές φορές στα άγαρμπα πιο αιματηρός, δύο αμηχανίες, δύο πληγωμένες μοναξιές που αγκαλιάζονται με μια σκέψη, με αίμα περνάς το κατώφλι κάθε φάσης της ζωής και αυτή τη φορά που η επιλογή ήταν δική μας, ήμουν καλός; σου άρεσε; γιατί τα πρότυπα μας πούλησαν μεζούρες που μεις μόνο μεγάλοι καταλάβαμε πως ήταν πιότερο καταραμένες από αχρείαστες, μιας και το μπόι του ανθρώπου είναι ανεξάρτητο αν στέκεται ή κάθεται, εκτός σαν γονατίζει.

Η φύση καβάλα στη σπείρα της διατάζει και εκτελεί, δεν έχει πισωγυρίσματα και ο χρόνος ήταν πάντα ο μέσα της εραστής και χάρη δεν της χάλασε, δεν δέχτηκε το λάθος, το συγνώμη και το τράβηγμα, το κλάμα και τους όρκους, η εξέλιξη απαιτεί να προχωρά πάνω στα πιο δυνατά συστατικά τους και της νεότητας το σφρίγος είναι το κοχλάζον νερό της δημιουργίας, ο σπόρος που ακόμα και με την υποψία της βροχής βλαστάνει, ακόμα και σε βράχους, τέτοιο πάθος για ζωή, τέτοια δύναμη, μέχρι να ριζώσει ή κάποιο χέρι να το κόψει, μαζί και κάποια κλωστίδια από τα σωθικά, που αφήνουν ανισορροπίες και ανεπάρκειες στα σώψυχα.

Τα χωράφια να μένουν άσπαρτα, προστακτική αμειψισποράς, η γή να γυρίζει πιο γρήγορα και εσύ να ξεκουράζεσαι στους πόλους, σαν κέρμα πεσμένο σε απόρθητη του δωματίου σου γωνιά.

Η ωραία κοιμωμένη που ήσουν κάποτε, έγινε ωραία λυπημένη, δυστυχισμένη και από ένα σημείο και μετά, απλά και από τον εαυτό σου ξεχασμένη, κάτω από στρώματα σάρκας και αδιάφορων περαστικών, που κεντούσαν στο κορμί σου σαν κουνούπια και έφευγαν με στραβωμένες ξιφολόγχες, γιατί σε ένα κορμί δίχως άμυνες η επίθεση περνά πάντα κι άλλη.

Σπουδές, δουλειά, στην άκρη λεφτά, μόνη με διαλλείματα, εικόνα χωρίς προσκυνητή, με ένα αχ να βαθαίνει πιο επικίνδυνα από παμφάγο τυφώνα, αρχίζεις τον αέρα σου να μουρμουράς και να γυρνάς, να περιστρέφεσαι και γυρνάς και να χαίρεσαι, να απλώνεις τα χέρια σου και να απλώνεσαι και από την στροφορμή σου να μαζεύεσαι, το σώμα σου να ξαναπλάθεται, μόνη να χορεύεις ,να γυρίζεις δερβίσικα και να τραγουδάς, να καρτεράω η φωνή σου να ακουστεί και σαν σειρήνα και σαν βροντή, να σπάσεις, να ιδρώσεις, να πιστέψεις και να βρεθείς.
Αυτό σου θέλω.
Αυτό σου αξίζει.
Αυτό μου αρκεί.
Είναι μόνο η αρχή, μα δεν φοβάμαι τη συνέχεια.
Μόνη γυναίκα αρχινάει το ταξίδι της και η σκακιέρα στήνεται ξανά απ΄την αρχή.
ps.η φωτό είναι από τους αγγέλους της μαρώς γαλάνη

3 σχόλια:

  1. είναι τα χρέη μου, καλέ μου φίλε
    είναι μου τα χρέη
    χαίρομαι να σε βλέπω να γυρνας
    και ξέρω πως

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. παει ο δρομος και αντιθετα καλε μου... αναποδα.. ξεκινας απο την βροντη, την σειρηνα, ιδρωνεις, πιστευεις, βρισκεσαι... και πανω απο ολα σπας...
    και μετα αρχιζεις να περπατας προς τα πισω μηπως και κολλησεις τα κομματια...
    υγ.η φωτογραφια επρεπε να εχει σχεση με αγγελους ε;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή